Παρασκευή 30 Ιανουαρίου 2009

Σαν σήμερα...

Παραμονή των Τριών Ιεραρχών το 1955.
Σ΄ενα μικρό σπίτι σ΄ενα χωριό της Κρήτης, παρατηρείται έντονη κινητικότητα. Κόσμος πηγαινόερχεται. Γυναίκες κυρίως, απο την γειτονιά, απο το μετόχι, συγγένισες, φίλες.
Πού και που ανοίγει η πόρτα και μια ανδρική φωνή ρωτάει

-Πώς ειναι μπρέ το κοπέλι;

-Τα ίδια σύντεκνε..... θα απαντήσει κάποια αλλη φωνή απο μέσα.

Σε μιά κούνια, δύο μωρά 8 μηνών. Το ενα ζωηρό, με δυνατη φωνή,κεφάτο. Το άλλο ατονο,με αδύναμο κλάμα, βαριά ανάσα, χωρίς όρεξη.

Πνευμονία. Λέξη εφιάλτης για εκείνη την εποχή.

Προς το απόγευμα μπαίνει στο δωμάτιο ενας αντρας. Απευθύνεται στην μάνα.

-Γειτόνισα θέλω να με συγχωρέσεις. Ξέρω οτι χάνεις το παιδί σου, μα ο αδελφός μου γύρισε απο την Κορέα και θα κάνω γλέντι απόψε.

-Γείτονα, να μη το ξαναπείς. Να κάνεις το γλέντι σου, γιατι έχεις χαρά και για μένα οτι πει ο Θεός.

Νύχτωσε. Το παιχνίδισμα της φλόγας απο την λάμπα πετρελαίου και η ακτινοβολία απο το μαγκάλι που προσπαθούσε να ζεστάνει τον χώρο, φώτιζαν τα σκυθρωπά πρόσωπα που ξενυχτούσαν.
Κάποια στιγμή το βράδυ ανοιγει η πόρτα και μπαίνει η μαμή. Στήν θέα της, μια φωνή ψιθύρισε δειλά..

-άσε μωρή την μαμή να κόψει βεντούζες στο παιδί.

-οχι ! φώναξε η μάνα δεν θα αφήσω να σφάξουν το παιδί μου.

Οι ώρες περνούσαν. Απο το διπλανό σπίτι ακούγονταν τραγούδια. Το ενα μωρό κοιμήθηκε, το αλλο προσπαθούσε να ανασάνει.
Το προσωπάκι του, χλωμό μέχρι εκείνη την στιγμή, άρχισε να γίνεται μπλέ, το στηθάκι του μάταια προσπαθούσε να γεμίσει αέρα.

-Το χάνω το παιδί μου.... ούρλιαξε η μάνα.

Και τότε με μια αποφασιστική κίνηση, η μαμή πήρε το μωρό απο τα χέρια της μάνας, το ξάπλωσε μπρούμυτα στα γόνατα της, το γύμνωσε και πήρε το ξυράφι της.

-Οχι ! ξανάφωναξε η μάνα.

-Το παιδί σου πεθαίνει, είπε η μαμή, άσε με να προσπαθήσω.

Η πρώτη ξυραφιά, η δεύτερη....αίμα μαύρο, πηχτό άρχισε να τρέχει...
Η τρίτη....
Χρόνια αργότερα , η μαμή , όταν έβλεπε το ΄΄μωρό΄΄, της έλεγε οτι στην τρίτη ξυραφιά ένοιωσε ενα ρίγος να διαπερνάει το σωματάκι του.
Ηταν η ζωή που ξαναγύριζε.
Τέταρτη ξυραφιά , πέμπτη... η πλατούλα του γέμισε χαρακιές, το αίμα κυλούσε και το μωρό άρχισε να κλαίει και να ανασαίνει πιο εύκολα.
Το μπλέ χρώμα απο τα μαγουλάκια του άρχισε να σβήνει.
Δάκρυα χαράς κυλούσαν απο τα μάτια ολωνών.

Το πρωί ανήμερα της χάρης τους, το βρήκε να κοιμάται ησυχο με ήρεμη αναπνοή.

Παρασκευή 16 Ιανουαρίου 2009

Οταν βλέπω μόνο το δέντρο...

Απο μικρή με γόητευε η κίνηση των χεριών.
Τις πρώτες μου αναμνήσεις τις έχω , όσο και να φαίνεται περίεργο, απο τους χτίστες οταν έφτιαχναν χαρμάνι .Μετρημένες κινήσεις, σίγουρες, δυνατές.
Στην συνέχεια ειχα και έχω την ευκαιρία να γοητευτώ πολλές φορές.
Περισσότερο και απο το απότελεσμα, εξακολουθεί να μου αρέσει , να απολαμβάνω την διαδικασία. Και καθε φορά, διαβάζω κάτι μέσα απο την κίνηση.
Δεν εχει σημασία τι κάνουν τά χέρια , τα ........φαντάζομαι ,νά εχουν πάνω συννεφάκια που να λένε τι αισθάνονται εκείνη την στιγμή.
Δείχνουν την εμπειρία της μάνας οταν ανοίγει φύλλο για πίτες, ή την αγάπη της γιαγιάς οταν πλέκει για την προίκα της εγγονής, αγωνία οταν σφίγγονται, θυμό, απογοήτευση.........
Ωστόσο ενα αίσθημα με συνεπαίρνει οταν βγαίνει απο την κίνηση. Αυτό του σεβασμού.
Προς ότι κάνουν εκείνη την στιγμή.
Δύο φορές έχω νοιώσει έντονα οτι η κίνηση των χεριών βγάζει αυτο το συναίσθημα.
Η πρώτη, πολλά χρόνια πρίν, οταν ειχα δει τα πεθερικά μου να φυτεύουν καπνό.
Έπαιρναν το μικρό φυτό απο το τζάκι -έτσι έλεγαν το φυτώριο - και με μια σίγουρη ,τρυφερή, και δυνατή κίνηση το φύτευαν.
Και η δεύτερη, στο μάθημα υφαντικής. Παρακολουθούσα τα δάκτυλα της δασκαλας μας, οταν μας έδειχνε πως να κάνουμε τον ρόμβο, και κάποια στιγμή συνειδητοποίησα, οτι δεν πρόσεχα τι έλεγε, μόνο έβλεπα την κίνηση. Εκτός απο την εμπειρία της, την αγάπη της και την έλλειψη φόβου, σεβόταν τις κλωστές, τα νήματα ,που στα χέρια της γινόταν υπάκουα.



Σε δύο φάσεις το υφαντό μου. Περιλαμβάνει, φόβο ( τα νήματα με ελέγχουν αντι να τα ελέγχω...) , ανυπομονησία (πώς θα ειναι τελειωμένο;;;) , κούραση , αλλα και πολλή πολλή χαρά και αγάπη για αυτο που κάνω.





Τρίτη 13 Ιανουαρίου 2009

Τα μάτια του Θεού


Αυτά τα χρωματιστά άστρα, συναντιώνται κυρίως στην Λατινική Αμερική και λιγότερο στην Αφρική και την Ανατολή.
Στην Λατ.Αμερική είναι γνωστά σαν << τα Μάτια του Θεού>>,Ojos de Dios.
Στο Μεξικό έφτιαχναν τα ΄΄μάτια΄΄ για να συμβολίζουν το μάτι του Θεού και ήταν μια παράκληση προς αυτόν για βοήθεια ή προστασία.
Αν ύφαιναν περισσότερα απο ένα αστρο-μάτι πάνω σε σταυρωτές βέργες ,αυτό σήμαινε ,κατ΄αρχήν, οι θεοί να προστατεύουν ενα παιδί.
Ενα μάτι Θεού φτιαχνόταν για κάθε ενα χρόνο της ζωής ενος παιδιού, μέχρι 5 χρονών, μετά υπετίθετο οτι το παιδί ηταν ικανο να παρακαλά μόνο του τον Θεό.
Τα χρόνια ενος παιδιού μπορούσαν να παρασταθούν και με τον αριθμό των χρωμάτων του άστρου.
Στις μέρες μας αυτή η πρωτόγονη μορφή ύφανσης, εφαρμόζεται σε μεγάλη έκταση στην διακοσμητική.
Τα δικά μου άστρα ειναι φτιαγμένα τα μικρά με οδοντογλυφίδες και το μεγάλο με καλαμάκια για σουβλάκι.
Εκτός απο διασκεδαστικό, ειναι κι ένας τρόπος να ΄΄ξεφορτωθώ΄΄ περισσεούμενα νήματα, αξιοποιώντας τα.

Κυριακή 11 Ιανουαρίου 2009

Πεθαίνοντας απο φόβο

Χθές γκρίνιαζα επειδή δεν είχα βοήθεια, για το ξεστόλισμα του δένδρου και του σπιτιού. Τί άκρατος εγωϊσμός!!!!!!!!

Σήμερα διαβάζω στο ΘΕΜΑ οτι τα παιδιά στην πολύπαθη Γάζα δεν πεθαίνουν μόνο απο τις βόμβες αλλά και απο τον φόβο τους.

Δυο περιπτώσεις παιδιών,δύο κοριτσιών που έπαθαν ανακοπή και πέθαναν μόλις άκουσαν τις πρώτες βόμβες να πέφτουν.

Την ώρα που διάβαζα τις γραμμές αυτές σκεφτόμουν μόνο με την ιδιότητα της μάνας. Της μάνας που η ανημπόρια της να βοηθήσει τα παιδιά της,μέσα στην κόλαση αυτή, κάνει τον πόνο της τεράστιο.

Ωστόσο όσο το Ισραήλ απολαμβάνει απο την διεθνή κοινότητα, πλήρη ατιμωρισία -και τα διάφορα ψηφίσματα υπέρ του παλαιστινιακού λαού ειναι κούφια λόγια και τολμω να πώ και προσβλητικά - θα συνεχίσουν να πεθαίνουν παιδιά.

Ενα πολύ ωραίο κείμενο εγραψε ο pelasgos , για το θέμα αυτό.

Σάββατο 10 Ιανουαρίου 2009

Επιστροφή

Νομίζω οτι ειναι η πρώτη φορά που χαίρομαι που τελείωσαν οι γιορτές.
Οσο αργά και βαριεστημένα, με το ζόρι θα έλεγα, στολίστηκαν τα μπαλκόνια της γειτονιάς μου, σαν να ηταν συννενοημένοι ολοι, εσβησαν τα φώτα αμέσως μετά τα Φώτα.
Σαν να ηταν παράταιρα τα φωτισμένα μπαλκόνια, οταν γύρω μας ,δίπλα μας , παιδιά πεθαίνουν απο βόμβες ,πεινούν, ειναι τρομοκρατημένα.
Δεν ξέρω πως ξεκίνησε ...και συνεχίζεται ,το στόλισμα και το ξεστόλισμα του σπιτιού να ειναι αποκλειστικά δικό μου καθήκον, αν και κάθε φορά ζητώ , οχι βοήθεια, αλλά συμμετοχή.
Ετσι και σήμερα αρχισα την αποκαθήλωση του δέντρου. Μόνο που κάποια στιγμή εμεινα τελείως μόνη. Ολοι εκτός σπιτιού. Ο σύζυγος στην δουλειά, και τα παιδιά , έξω με την παρέα τους. Στην απορία μου δεν θα μείνετε να με βοηθήσετε;;; η απάντηση, αποστομωτική....μα ειναι σάββατο βράδυ, όλοι βγαίνουν έξω.
Οχι όλοι. Κάποιοι φυλάνε Θερμοπύλες.
Είμαι μοναχικό άτομο, δεν την φοβάμαι την μοναξιά. Μά κάποιες φορές σαν να ειναι οι αντοχές μου πεσμένες και θέλω μια ανάσα δίπλα μου.
Δεν το έβαλα κάτω. Το απόγευμα έφτιαξα σανγκρία που πάγωνε στο ψυγείο για να την πιούμε το βράδυ όλοι μαζί.
Τώρα που γράφω ,και ειναι σαν να μιλάω σε κάποιον, να ξεσκάω λίγο, πίνω ηδη το δεύτερο ποτήρι. Και σε κολονάτο ποτηρι, κρυστάλλινο. Μόνο με κρυστάλλινο ποτήρι, πάνε τα φαρμάκια κάτω.
Ούφ, ξέσκασα στ΄αλήθεια.
Πάω να συνεχίσω την δουλειά, παρέα με την σανγκρία.